κανοκιάλι

κανοκιάλι
και καννοκιάλι, το
ναυτ. μικρό φορητό τηλεσκόπιο, ναυτική διόπτρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. cann-occhiale «οπτικός σωλήνας»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”